Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

Δραπετεύουν!




Δραπετεύουν μες την αιθάλη δυο σπουργίτια
στα γκρίζα ράμφη τους στέκεται η αγωνία
και δεν πρόσεξε κανείς να ρίξει δυο σιμίτια
να ‘χουν κι αυτά στην φωλιά δικαίωμα στην ευγονία.

Δραπετεύουν τα πουλιά, τα δάση γίνονται έρημος
σκόρπια φιλιά από άνθρωπο που δεν είναι ώριμος.

Δραπετεύουν τα πουλιά, οι λίμνες γίνονται ατμός
κι ανάγκη της δίψας γίνεται λευκός καπνός.

Δραπετεύουν σε τούτη την ξέρα δυο κύκνοι
ψάχνουν να βρουν ένα νούφαρο να σταθούν
ίσως να βαφτίσουν την ελπίδα στον Ιορδάνη
προτού από καταπατητές να αλωθούν.

Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

Αλκυόνη!


Ψάξε να βρεις στην βροχή
Μια μελωδία της ερήμου
Μια άγια προσευχή
Που θα λυτρώσει την ψυχή.

Σε ένα σεντούκι θα την βρεις
Μυρίζει μύρο και αγάπη
Κι όταν τον κόσμο θα λογχίζει
Ένας παλιός μύθος θα μας σαστίζει.

Ιέρεια ενός μικρού Θεού
Ενός παράξενου χρησμού
Υμνείς τον έρωτα που αλυχτά
Μ’ αυτός Καταριέται χέρια λυτά.

Τ’ αγιοκέρι σβήνει απ’ τ’ αγέρι
Και στις Πλειάδες ψάχνω το θαύμα
Ποιος είναι αυτός ο χρησμός των Αθανάτων
Που θα κλείσει για πάντα το τραύμα;

Μίσεψες στα χρόνια σαν χελιδόνι
Ρίζωσες στην ψυχή μου σαν ρυτίδα
Μα την αγάπη ακόμη δεν βρήκαμε
Κι ας άφησε στο βλέμμα μαβιά κηλίδα.

Αλκυόνη ήσουνα η αιτία του Αιόλου
Που οι ασκοί του ακόμη αγριεύουν
Έτσι μια μέρα όλοι μας θα γίνουμε πουλιά
Που του Γενάρη τις μέρες θα ημερεύουν.
Τις ηλιόλουστες μέρες του Γενάρη…


Γράφτηκε Ιανουάριος του 1999.

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009

Περιήγησις

Σ’ αυτές τις χώρες κοντά στον Ισημερινό
Αληγείς άνεμοι πνέουν προς δυσμάς
Κι εδώ καλοκαίρι με ένδυμα χειμερινό
Έγινε ο βοράς νοτιάς κι ο νοτιας βοράς

Βικτοριανή σκέψη έγινες φαιά ουσία
Χαράμισες εποχές για να ‘χεις ιστορία
Μήπως το μέλλον γίνει απουσία;
Αυτή μονάχα έχω ως απορία.

Στο παραπέτο της πρόδηλης μοναξιάς
Τα σιάξανε πλαστικές φάτσες και δάκρυα
Ωσότου ένα βήμα κρίση λησμονιάς
Κι όσα στοχάζεσαι θα μοιάσουν μάταια

Στα σκαμπανεβάσματα προσκρούουν πλοία
Στο ηδυντικό μεθύσι θαλασσών κι ανέμων
Εκεί στο μπέρδεμα εποχών, χωρών – η απουσία
Σφηνώνει στην ψυχή σαν σάτυρος δαίμων.

Σ’ αυτές τις χώρες κοντά στο Τίποτα
Ψάχνει η λαλιά σιωπή κι σιγή φωνή
Μα όσα θα ‘ρθουν θνητών ανύποπτα
Ίσως τώρα είναι δυσοίωνη παραμον
ή…

H γοργόνα!

Στις άγκυρες μπλόφαρε γοργόνα τ’ Ατλαντικού
Μισή γκανιότα να ρουφήσει απ’ τ’ αφεντικό
Μαλλιά χρυσαφένιοι άσσοι, θα θαμπωθεί
Στη Καταπράσινη αυτή θέα θα λυτρωθεί.

Σκιαμαχεί με την γοργόνα στην τσόχα που χορεύει
Μα κερδίζει ρέντα από μια ματιά που μαγεύει
Κι ο χρόνος αρπάζει με γητειά το τελευταίο χαρτί
Και σουφρώνει με μανία απ’ το καράβι το σκαρί.

Σκαρλάτη εμφανίστηκες απόψε, τον αιχμαλώτισες
Τ’ υφάδια εσύ κινείς , με μια σβούρα τον εξιλέωσες
Η τελευταία σοδειά σήμερα στα μαύρα θα ριχτεί
Κι τύχη η ριμάδα σ’ αλλοτινά μέρη θ’ αλυχτ(α)εί.

Στο σαν Πάολο γυμνή κείτεσαι πάνω σε ρηγάδες
Και μετά στο Ρίο Ντε Τζεναέιρο σκάβεις φυγάδες
Εκεί δεν σε ξανά ‘δα βούτηξες στα παγωμένα
Χρόνο και τύχη με την γοητεία σου κερδισμένα.

R
Η τύχη και ο χρόνος έχουν βαφτεί στο κόκκινο
Κι αυτός είχε ποντάρει μαύρο να ‘ναι μόνιμο.

Η τύχη και ο χρόνος θέλουν κρασί κι ένα λιμάνι
Θέλουν λόγια τρυφερά κι όχι φιρμάνι.